Ετοιμη για τους «Μπότηδες» η Ελένη Μπίστικα της «Κ».
Tης Eλενης Mπιστικα
Χρόνια Πολλά, Χριστός Ανέστη, η στήλη ανέστη και ανέκαμψε από την πανέμορφη Κέρκυρα, και τώρα πρέπει μέσα σε λίγες γραμμές, και με ακόμη λιγότερες φωτογραφίες από έναν ωκεανό εντυπώσεων και χρωμάτων, να ιστορήσει τι είναι αυτό που κάνει ξεχωριστό και αξέχαστο το Πάσχα στο μυροβόλο νησί του Ιονίου!
Καιρός, χαρά Θεού! Στους δρόμους, χαρά λαού! Ενα ατελείωτο πηγαινέλα με τις τρεις Φιλαρμονικές -«Παλαιά», «Μάντζαρος», «Καποδίστριας»- γυμνάσια, λύκεια, με δασκάλους σαν ήρωες του Τσέχοφ, να δίνουν τον τόνο για τον αργό βηματισμό. Ενα! Ενα! Ενα! - οι αδελφές νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού, με πρώτη την κυρία Λουλού Θεοτόκη, οι Οδηγοί, οι αρχές, οι βουλευτές, Νίκος Δένδιας, Αντζελα Γκερέκου, ο δήμαρχος Σωτήρης Μικάλεφ, λάβαρα, ο Επιτάφιος της Μητροπόλεως με τον Μητροπολίτη κ.κ. Νεκτάριο να προπορεύεται και να ευλογεί με το βλέμμα τούς βαθύτατα θρησκευόμενους Κερκυραίους, το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής.
Και το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, οι τρεις Φιλαρμονικές να παίζουν Μπετόβεν, Βάγκνερ και Αμλέτο, και το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνος να προηγείται του Επιταφίου, όρθιος θαυματουργός, και όλη η Κέρκυρα να βλέπει, να σταυροκοπιέται, στους δρόμους, στα ορθάνοιχτα παράθυρα της Παλαιάς Πόλης, στολισμένα με κόκκινα δαμάσκα και μεταξωτά. Και μόλις γίνει η πρώτη Ανάσταση, έρχεται η σειρά του εθίμου του «Μπότη» - πήλινες στάμνες και λαγήνια που είτε άδεια είτε γεμάτα νερό ρίχνονται από ψηλά, από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα των αρχοντικών, ενώ ο κόσμος κάτω ζητωκραυγάζει, οι γείτονες στις δίπλα πολυκατοικίες χειροκροτούν, ένα πανηγύρι χαράς που παραπέμπει στην άνοιξη και στην υποδοχή της, με τους τρυφερούς καρπούς να συλλέγονται σε νέα δοχεία ενώ τα παλιά ρίχνονται.
Αυτή είναι η μία ερμηνεία, μία άλλη θέλει τους Ενετούς να ρίχνουν την Πρωτοχρονιά από τα παράθυρά τους τα παλιά αντικείμενα, για να φέρει ο νέος χρόνος καινούργια. Οι Κερκυραίοι έφεραν το έθιμο στα μέτρα τους και το έκαναν αναπόσπαστη κεφάτη εκδήλωση του Πάσχα. Διαλέγετε και παίρνετε, αλλά όποιος και να ’ναι ο λόγος για το έθιμο αυτό, η ανυπόκριτη χαρά μικρών και μεγάλων, Κερκυραίων και επισκεπτών, Ελλήνων και ξένων είναι ίσως το αποκορύφωμα της συμμετοχής του κόσμου στη λήξη του Μεγαλοβδόμαδου και ο προάγγελος της Αναστάσεως το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου!
Ολο το κέντρο της πόλης, ο δρόμος στο Λιστόν, η Καποδιστρίου ώς την Αναγνωστική είναι στρωμένοι με σπασμένα κανάτια και όλοι παίρνουν ένα κομμάτι και το κρατούν «για γούρι».
Τη νύχτα τα μεγάλα αρχοντικά που έχουν θέα στη Σπιανάδα, όπου το Πάλκο στην Απάνω Πλατεία, που παίζουν οι μουσικές, καλούν συγγενείς και φίλους για την Ανάσταση. Τα παιδιά στα μπαλκόνια της κυρίας Ιλεάνας Τριβόλη με τις λαμπάδες τους, οι μεγάλοι με την ίδια λάμψη αναμονής στα μάτια, κοιτάζουν τις Φιλαρμονικές, τους μουσικούς του Καποδίστρια, τους Μπλε του «Μάντζαρου», τους Κόκκινους (λόγω λοφίων) της Παλιάς Φιλαρμονικής να μπαίνουν στο απέραντο πάρκο και να παίρνου θέση, παιανίζοντας. Μετά έρχονται οι ιερείς από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και ο Δεσπότης με την εικόνα της Αναστάσεως να προηγείται, ανεβαίνουν στο Πάλκο. Τα μεγάφωνα μεταδίδουν τα λόγια του Ευαγγελίου ώς τον ψαλμό με τη χαρμόσυνη αναγγελία «Χριστός Ανέστη», οπότε φωταγωγείται σε δευτερόλεπτα το Πάλκο, σαν διαμάντι μέσα στη σκοτεινιά των δέντρων και την ίδια ώρα από το Παλαιό Φρούριο πίσω αρχίζουν οι καταρράκτες φωτός από τα βεγγαλικά, οι εκπυρσοκροτήσεις από τα πυροτεχνήματα, η νύχτα γίνεται μέρα, ενώ ανταλλάσσονται οι ασπασμοί σε δρόμους, μπαλκόνια, παράθυρα!
Και μετά, με αναμμένες τις λαμπάδες πηγαίνουν όλοι, πάντα ποδαρόδρομο -το αναγκαίο εθνικό σπορ των Κερκυραίων- στα σπίτια για τη μαγειρίτσα και το αναστάσιμο φαγοπότι.
(«Η Καθημερινή». Τετάρτη, 30 Απριλίου 2008)